Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επιλεγμένη ανάρτηση

Το μωρό: ένα ποίημα από την Μαριαλένα Διασακιά

  Ένα εξαιρετικό ποίημα από την Μαριαλένα  Δισακιά για την μητρότητα. Ατάιστο και πεινασμένο το μωρό μου. Έτρεχα σε ξεριζωμένες πλαγιές   εκείνο μπρούμυτα σε βρώμικες σκεπές να ζει το κλάμα. Κοντά του να γυρίσω κίνησα, ανέβηκα γκρεμνούς με οδηγό κάποιον δίχως πόδια. Το άκουγα ατάιστο να κλαίει. Έφτασα μέσα από τούνελ θάλασσας αγριεμένης Την πείνα του να κλάψει δεν μπορούσε Έτσι απομείναμε και οι δυο σε βρώμικα σεντόνια να το ταΐζω γάλα ξινό από ακρωτηριασμένα στήθη. Maria Elena Davi  (Μαριαλένα Δισακιά)

Ομιλία Σταμάτη για την Μουσικοποιητική βραδιά του ΜΕ ΑΛΛΑ ΜΑΤΙΑ με συμμετοχές από το Μητρώο ΑΜΕΑ!

 


Καλησπέρα σε όλους. Σας καλωσορίζω όλους σε αυτή την ιδιαίτερα θερμή και ψυχοκινητική εκδήλωση. Είναι πράγματι απερίγραπτη  χαρά που βρισκόσαστε όλοι μαζί σήμερα εδώ. Απόψε αφιερώνουμε την βραδιά στην δύναμη των λέξεων σαν μικρές σκιές ανάμεσα σε νότες, και κάνουμε μια απόπειρα να κοινωνήσουμε δύο σπουδαίες καλλιτέχνιδες από το Μητρώο ΑΜΕΑ του ΜΕ ΑΛΛΑ ΜΑΤΙΑ σε ένα ευρύτερο κοινό. Είναι μια από τις πρώτες εκδηλώσεις που συντονίζονται από τον οργανισμό και θέλουμε αυτή να είναι μια δυναμική αρχή για πολλές ακόμα που θα ακολουθήσουν στο μέλλον. Μιλώντας για σκιές, θα ήθελα να μου επιτρέψετε να ξεκινήσω διαβάζοντας σας κάτι το οποίο πρόσφατα εισχώρησε βαθιά μέσα μου – είναι ένας συλλογισμός του  Ινδού στοχαστή Osho, ο οποίος συμπεραίνει τα ακόλουθα: «Υπάρχουν θεμελιώδη πράγματα που δεν μπορούν να αλλαχθούν: Δεν μπορείς να πολεμήσεις απευθείας το σκοτάδι, δεν μπορείς να πολεμήσεις απευθείας την μοναξιά, δεν μπορείς να πολεμήσεις απευθείας τον φόβο της απομόνωσης, επείδή τίποτα από αυτά δεν υπάρχει. Είναι απλώς απουσίες, όπως το σκοτάδι είναι η απουσία του φωτός. Μπορείς να κάνεις όμως κάτι με το φως. Κι αυτό είναι κάτι ουσιώδες, θεμελιακό. Ούτε που το αγγίζεις το σκοτάδι. Δεν υπάρχει λόγος, δεν υφίσταται. Είναι απλώς μια απουσία. Μπορείς να συνεχίσεις να πολεμάς με αυτό το σκοτάδι για όλη σου την ζωή, χωρίς να καταφέρεις να το νικήσεις, μα ένα κερί είναι αρκετό για να το διαλύσει. Πρέπει να δουλέψεις για το φως, επειδή είναι θετικό, υπαρξιακό, ανθύπαρκτο. Και όταν έρθει το φως, εξαφανίζεται αυτό που προηγουμένως ήταν απλώς η απουσία του» (Osho, Από την Μοναξιά στη Μοναχικότητα) Πριν από 1,5 περίπου χρόνο συναντηθήκαμε με τον άνθρωπο πίσω από το όραμα, τον χαρισματικό Βαγγέλη Αυγουλά, στο δικηγορικό του γραφείο στο ΊΛΙΟΝ όπου στεγάζεται ο υπέροχος οργανισμός, ΜΕ ΑΛΛΑ ΜΑΤΙΑ. Είναι αλήθεια ότι γνωριζόμαστε από μικρά παιδιά, καθώς οι Πατεράδες μας συνδέονται με μια πολυετής φιλία από τα νιάτα τους. Ακόμα θυμάμαι τα παιχνίδια μας στο δωμάτιο του, με τα αδέρφια μας. Ο Βαγγέλης κατοικούσε πάντα δημιουργικά μέσα στην σκέψη μου. Με έχει επηρεάσει όσο λίγοι, και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν του έχω φανερώσει όπως ίσως θα έπρεπε. 1,5 χρόνο πριν του είπα ότι επιθυμώ να εμπλακώ ενεργά στο έργο του, και του ζήτησα να μου δώσει την ευκαιρία να τον βοηθήσω με όποιο μέσο μπορώ. Εκείνος, αφού αντιλήφθηκε ευθύς το θέλημα μου, αντί να με αφήσει να τον βοηθήσω, έσπευσε αμέσως να βοηθήσει εμένα. Έγινε ο βασικός ομιλητής στην παρουσίαση του πιο πρόσφατου βιβλίου μου. Έκτοτε, έχει κάνει πολλά ακόμα. Ένα από τα πράγματα που θαυμάζω πάνω του, είναι αυτό που προ ολίγου ανέφερα από τους στοχασμούς  του Ινδού φιλοσόφου. Δεν κάνει τίποτα για το σκοτάδι αγαπητοί φίλοι. Κάνει όμως χιλιάδες αξιοθαύμαστα πράγματα για το φώς! Γίνεται ο ίδιος φως, και μας καθοδηγεί μεγαλόψυχα σε ένα καλύτερο, ισότερο, συμπεριληπτικό, δίχως διακρίσεις, κόσμο. Στην παρουσίαση μου, κάποια στιγμή είπε ότι «ο Θεός μας γοητεύει». Σήμερα, θα συμπληρώσω σε αυτό, ότι «ο Θεός μας γοητεύει μέσω εσού». Εσύ γίνεσαι ένας φάρος πίστης, αναφοράς, χριστότητας και ελπίδας.

 

Στην αποψινή βραδιά ωστόσο, το επίκεντρο δεν είναι ο Βαγγέλης, αλλά δυο αξιολάτρευτα κορίτσια. Την Julianna Bussi και την Κωνσταντίνα Αλεξανδρίδου. Η Julliana γεννήθηκε στο Φιέρι της Αλβανίας και ζει στην Ελλάδα από τα 11 της. Είναι απόφοιτος μουσικού σχολείου και έχει σπουδάσει φιλολογία στην Φιλοσοφική σχολή του Καποδιστριακού. Η Κωνσταντίνα, γεννήθηκε στην Ξάνθη και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι ανάπηρη ειδική παιδαγωγός και δραστηριοποιείται ακτιβιστικά για μια συμπεριληπτική κοινωνία.   Ένα περίπου μήνα πριν, γνώρισα από κοντά την πανέμορφη, εξωτερικά και εσωτερικά, Julianna Bussi! Βρισκόμασταν στην ιδιωτική παράσταση «Ανάσα μου και αέρα» των δημοφιλών στιχουργών Λίνας Νικολακοπούλου και Παρασκευά Καρασούλου. Μια «πρόβα generale» θα λέγαμε, για το μητρώο ανάπηρων καλλιτεχνών του ΜΕ ΑΛΛΑ ΜΑΤΙΑ, στην οποία συμμετείχαν αρκετά άτομα με αναπηρία αλλά και καλλιτεχνικό πλουραλισμό. Κάποια στιγμή, η Julianna μου ζήτησε να την συνοδεύσω σε ένα χώρο, μέσα στον χώρο του θεάτρου. Ήταν μια πρωτόγνωρη και ταυτόχρονα συναρπαστική εμπειρία για εμένα. Σηκωθήκαμε και καθώς με έπιασε από το μπράτσο, μου ζήτησε να προηγηθώ. Όσο περπατούσαμε, με βάδην αργό αλλά σταθερό, αντιλήφθηκα ότι δεν οδηγούσα εγώ την Julianna, αλλά εκείνη οδηγούσε εμένα. Δεν γνωρίζω αν αντιλήφθηκε την ανόητη αγωνία ή την ανικανότητα μου. Δεν είπε τίποτα ωστόσο με λόγια. Με έβγαλε από την δύσκολη θέση, και ταυτόχρονα με έβαλε, έτσι άμεμπτα, μέσα στον κόσμο της, με τρόπο ευγενή και τίμιο. Με τον ίδιο τρόπο δηλαδή, που μας εισάγει στην εξομολογητική ποίηση της. Που μας προσκαλεί σε ένα ταξίδι εσώτερο, γεμάτο συναισθηματικό πλούτο, και σε ένα κόσμο διαφορετικό, γαλήνιο και ανυπέρβλητο.

 

Στο «Απόψε Βρέχει» όπως ακούσαμε, διαπιστώνουμε ότι η ποίηση της είναι πρωτίστως αφηγηματική. Εξιστορεί όσα έζησε, είτε εκείνη, είτε η ηρωίδα στο μυαλό της. Το κάνει με ύφος πυκνό και ταυτόχρονα λυρικό. Η χροιά της πιάνει τον παλμό της καρδιάς, και οι λέξεις της γίνονται σκιές ανάμεσα σε νότες. Η μουσικότητα της εφάπτεται στο παρασκήνιο, και η θαλπωρή της φωνής της αναδύουν σπουδαία συναισθήματα. Η μελίφθογγη ποιήτρια μας, πολύ ωριμα επιβεβαιώνει, ότι μπορείς να ζήσεις έναν έρωτα από μακριά. Και ορισμένες φορές, αυτός ο έρωτας, είναι πολύ πιο ουσιαστικός από ότι ήταν εκείνος που δεν έζησες από κοντά. Μας επιβεβαιώνει, εξίσου εύστοχα, ότι δεν έχουν όλες οι ιστορίες ένα happy end. Διαλέγει την ειλικρίνεια και τον ρεαλισμό από μια τοξική και σατιρική ουτοπία. «Σταμάτησα να νιώθω, σταμάτησα να επιθυμώ», μας λέει, ενώ κάποτε «φορούσε τις στιγμές για ρούχα sexy»! Ταυτόχρονα όμως μας δείχνει ότι κάποιες φορές στην ζωή είναι προτιμότερο να προχωράμε μπροστά, θλιμμένοι μα ζωντανοί, από το να μένουμε πίσω, γελαστοί μα γελασμένοι.

 

Στο πεζοποίημα «Εσύ» καταδύουμε ακόμη πιο βαθιά στα σπήλαια της αβύσσου της ψυχής της Julianna. Αυτή την φορά όμως έχουμε να κάνουμε με μια μεγαλόθυμη ομολογία πάνω στο χαρτί. Μια εξομολόγηση γεμάτη χαρμολύπη, εμπειρισμό, τραχύτητα, αισθησιασμό. «Ήσουν εδώ με την χαμένη, στα χαμένα», γράφει. Ένα ταξίδι στην λεωφόρο των αναμνήσεων ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας. Και η ποιήτρια μας, ξεδιπλώνει σε κάθε φράση την ομορφιά και το μεγαλείο που έχουν οι μικρές στιγμές, «οι ήσυχες ώρες», που έλεγε κάποτε ο Νίτσε. Το τέχνασμα εδώ, θαρρώ πως είναι ένα: Ο τίτλος είναι «εσύ», αλλά η ουσία βρίσκεται στην ενδοσκόπηση του αφηγητή. Εντοπίζεται με την κάθαρση μιας καλοστημένης λογοτεχνικά μετάνοιας, που μας αφήνει με την επίγευση της επιβεβλημένης απόφασης για αλλαγή. Ένα ανοιχτό βιβλίο «που θα διαβάσεις» και ίσως μια μασκαρεμένη ελπίδα ότι με την ανάγνωση του, ο δέκτης θα επιστρέψει στην μήτρα ενός ένδοξου έρωτα.

Στο «Ένα μύνημα» (το οποίο θα απολαύσετε σήμερα) παρατηρούμε μια ελκυστική και παράλληλα ηλεκτρισμένη ανατροπή, καθώς τα πράγματα αρχίζουν να περιπλέκονται. Η μελίρρυτη ποίηση της Julianna μετατρέπεται αστραπιαία σε καταγγελτική. Απλώνει το χέρι της και προστάζει «Διάλεξε πως θέλεις να σε γνωρίζω, με το σκοτάδι ή το φως», ενώ ταυτόχρονα μας καλεί «στον παραλογισμό, εκεί που οι άνθρωποι ψάχνουν να σε μορφώσουν με ψεύτικο ήθος». Μας ταξιδεύει στον Άδη της καθημερινότητας, όπου «ο άνθρωπος τρώει τον συνάνθρωπο», όπου όλοι ζουν με «υποκριτικό  ύφος» και που τα «καλά τα ξεχνάνε». Τα λόγια της μας κερνούν ένα κοκτέιλ μεθυσμένων αισθήσεων και ποιητικής στιχομυθίας μεταξύ των σπουδαίων Charles Bukowski, Arthur Rimbaud και Edgar Allan Poe. Εκεί, στη συνείδηση ότι «έρχεσαι και φεύγεις μόνος». Εκεί, που κάποιος «ζηλεύει διότι ο άλλος συνεχίζει» και που κάποιος «μισεί την αναπηρία» και που «δεν προοδεύει από την αχαριστία». Εκεί, στην λεπτή κόκκινη γραμμή που ο πραγματισμός συναντά εκ νέου τον ρομαντισμό, για ένα τελικό γύρο. Στα τραίνα που πάντα μας διδάσκουν ότι η πλάση είναι γεμάτη αναπάντεχες ανατροπές, πλουμιστά μπαλκόνια, ανθισμένα κράσπεδα μέσα στην πόλη και συντρίμια συναισθημάτων στα στενά. Θερμοστάτης σκέψης και σώματος ωστόσο, παραμένει ο έρωτας. Ο απόλυτος ρυθμιστής της ύπαρξιακής μας αγωνίας. Ο σύντροφος που νομίζει ότι είναι μόνος μέσα στο σκοτάδι του αχανούς διαπλανητικού στερεώματος. Ενώ, την ίδια στιγμή παράγει μια χούφτα από ουμανιστικές ιδέες και καλοσυνάτες διαπιστώσεις. Η Julianna εδώ, κατάφερε να μου υπενθυμίσει ανάμεσα στα αστέρια ότι η «ζωή είναι ωραία», όπως και αν την νιώσεις, όπως και αν έρχεται. Με κάθε θλίψη, κάθε άγγιγμα. Με ευχή ή κατάρα. Με ανοχή ή ανέχεια. Με βροχή ή λιακάδα. Φτάνει να την δεχτείς. Με τα δώρα, αλλά και τις απελπισίες που εκείνη φέρει.

 

Από την άλλη πλευρά τώρα, εχούμε ένα άλλο υπέροχο πλάσμα. Την Κωνσταντίνα. Την οποία και γνώρισα από μακριά μέσω από αυτή την εξαιρετική παρέα του Με άλλα Μάτια. Το πρώτο πράγμα που άκουσα από εκείνη ήταν ο «Αλεξιθυμικός Ρουβίνωνας». Ισχυρή πρώτη γνωριμία! Σφοδρή η σύγκρουση της με το μυαλό μου! Το ποίημα, όπως φανερώνει ο μισός τίτλος του αποτελεί ένα κόκκινο ποτάμι το οποίο και έρχεται να περάσει από μέσα σου, και να ξεπλύνει τις ακαθαρσίες που άφησες να μολυνουν την ψυχή, στο βιάβα της ζωής σου. Η Κωνσταντίνα ευθύς αμέσως μας προειδοποιεί «Προσοχή στο κενό, μεταξύ έρωτα και εξιδανίκευσης». Προτάσσει το στήθος και ξεκινά ορμητικά, μαγνητίζοντας από την αρχή το ενδιαφέρον μου. Οι ευχές της εξοστρακίζουν τους φόβους – ετοιμάζουν τον ακροατή για μια «ενεργοποίηση όλων των αισθήσεων». Άρωμα, γεύση στα χείλη, μάτια και υποσχέσεις. Φιλιά γεμάτα «μαστούρα». «Μόνο τότε είναι έρωτας» ομολογεί! Η ποιήτρια μας εδώ πιστεύει βαθύτατα στην αμοιβαιότητα. Γιατί, όπως να το κάνουμε, έρωτας δίχως ανταπόκριση, δύσκολα νοείται ολοκληρωμένος. Μας καλεί να δεχτούμε το παρόν και να κάνουμε ειρήνη με αυτό που είμαστε. Να πασχίσουμε για αυτό που θα επιθυμούσαμε να γίνουμε. Να εξελλιχθούμε αποδεχόμενοι στωικά τις αδυναμίες και τα πάθη μας, κάνοντας τίμια προσπάθεια να τα απωλέσουμε. «Θέλω να είσαι η αφορμή, για να είμαι η ομορφότερη πτυχή του εαυτού μου», μας λέει. Ένας «απροσδόκητος συναισθηματικός συγχρονισμός» που κινητοποιεί όλες τις αισθήσεις.

 

Η εικονοπλαστική ικανότητα της Κωνσταντίνας εντοπίζεται σε ολόκληρο το έργο της, στον «Ρουβίκωνα». Άμμετρη δημιουργία κάτω από τον μαβί ουρανό, στην παραλία, νύχτες στην πλώρη, με ονοματοδοσία αστεριών, λεξιπλασία, στιχομυθίες και μειδιάματα. Όλα αρχίζουν και τελειώνουν σε ένα φιλί, γεμάτο απωθημένα και παιχνιδίσματα. Ένα πλούσιο λεξιλόγιο μας ζαλίζει όμορφα και μας μεταφέρει στους αρχαίους και σύγχρονους φιλοσόφους που αναφέρει. Χείμαρρος και σχιζοφρένεια μαζί – αντικρούουν φυσικά την νοσηρή φυσιολογικότητα που κάποιοι σήμερα υιοθετούν. Η ποίηση μετατρέπεται σε ένα αντιδραστικό και ασυμβίβαστο μονόλογο! Γεμάτη λογοτεχνική «ντοπαμίνη»! Δεν εξωραΐζει τις καταστάσεις που βιώνει, το κάθε άλλο, τις θυμάται όπως ήταν πολύχρωμες, πολυδιάστατες, γεμάτες πόνο, ανασφάλεια, λησμονιά.  Οι λέξεις, όπως η ίδια η ποιήτρια ομολογεί επιλέγονται προσεχτικά. «Δεν αφήνει την τύχη να τις καθορίζει». «Πονάω», γράφει, «μου λείπεις», «σε σκέφτομαι». Και ύστερα αυτά, παντρεύονται ιδανικά με το κράμα των 6 αισθήσεων! Και διαρκώς επιστρέφουν στην μοναδικότητα της στιγμής – η οποία περνά, χάνεται και μετοικεί στην μήτρα ενός πολύπαθου παρελθόντος.

 

Η ποίηση της Κωνσταντίνας εδώ, έχει ένα ακόμα αξιοθαύμαστο στοιχείο – και αυτό την κάνει να ομοιάζει με την ποίηση των κλασσικών ποιητών της Αναγέννησης. Δεν υπάρχει φόβος η δειλία μέσα της. Δεν υπάρχουν μόνο «άμυνες και ζοφεροί εαυτοί»! Δεν υπάρχουν μόνο ιδανικά πρωινά και αγκαλιές ανάμεσα σε φρέσκα βιβλία. Υπάρχει και η μοναξιά σαν λημέρι – η απογοήτευση ενός έρωτα δίχως αμοιβαιότητα. Και έτσι ο ερωτευμένος ποιητής, μετατρέπεται σε ένα λιοντάρι που ελλοχεύει. Πέφτει, υποφέρει από το πάθος του, απελπίζεται, αναστενάζει, ανασυγκροτείται, ανασταίνεται, ελπίζει ξανά και πάλι από την αρχή. Όπως ακριβώς και ο Μισάνθρωπος – ή αλλιώς ο πικρόχολος ερωτευμένος του Μολιέρου! Περιμένοντας τον ανυποψίαστο αναγνώστη σε μια «θυσία στον βωμό του απαγορευμένου»! Η δεινή και ανεξάντλητη καταγγελτική ποιητικότητα της Κωνσταντίνας εκρύγνεται από στίχο σε στίχο, κοχλάζει σαν ζωντανό ηφαίστειο. Ξεσπάει με στεντόρεια φωνή, έννοιες και ιδεατά, σαν τα θεριά που κατασπαράζουν «συναισθηματικές ανασφάλειες». Παίζει πλέον στα όρια του σουρεαλιστικού! Και παρότι χρειάστηκαν περίπου 2087 ελκυστικές λέξεις, έχουν μείνει άλλες τόσες, ανείπωτες από εκείνη.

 

Αγαπητοί φίλοι, η λέξη ποιητής φέρει μεγάλη ευθύνη. Δεν υφίσταται για να την πιστώνουμε σε πολλούς. «Η ποίηση, η ανάγκη να δημιουργούμε, είναι βασική όσο και η ανάγκη να αναπνέουμε» μας λέει ο Ευγένιος Ionesco ενώ ο Δημήτρης Λιαντίνης προσθέτει ότι «ο ποιητής βλέπει το πολυκέφαλο θρέμμα που κρύβει μέσα του ο καθένας μας. Βλέπει και στοχάζεται, και απορεί και τρομάζει. Απελπίζεται, και κλαίει και περιγράφει. Περιγράφει την κτηνωδία να ξεσυνερίζεται την απανθρωπιά». Στο ίδιο μήκος κύματος ο ποιητής αφιερώνεται στο έργο τέχνης και στον έρωτα, όπως μας λέει ο Γιώργος Θεοτοκάς. Στον έρωτα, την σημαντικότερη ίσως ανθρώπινη αποστολή, ύστερα από την καλοσύνη. Σήμερα, έχουμε να κάνουμε με δυο ποιήτριες που δεν «μασάνε» τα λόγια τους. Που δεν φοβούνται αν θα «τσαλακωθούν». Αν θα βγουν μπροστά για να κερδίσουν την μάχη που κάποιος άλλος έχασε ή φοβήθηκε να δώσει. Τα κοινά σημεία μεταξύ των δύο, όπως θα διαπιστώσετε είναι πολυάριθμα. Η ποίηση της μίας διεισδύει σε αυτή της άλλης. Λες και το είχαν προσχεδιασμένο! Πιστεύουν στην αδιάτρητη δύναμη των λέξεων, και στις χιλιάδες πιθανότητες που αυτές τίκτουν. Στοχάζονται και εκφράζονται ατρόμητα και αδήριτα. Ζούνε ερωτευμένα και ερωτεύονται ζωντανά. Αγαπητοί φίλοι, απόψε το σκοτάδι απουσιάζει. Εξαφανίστηκε από την στιγμή που πιστέψαμε στις λέξεις και στο φως. Απόψε οι σκιές, συνάντησαν τις νότες. Και από την στιγμή που μας βρήκε η ποίηση, καταλάβαμε ότι το σκοτάδι, ήταν απλώς μια απουσία. Ευχαριστώ όλους, και ιδιαίτερα τις δύο ποιήτριες μας, που το κατάφεραν.

 

Σταμάτης Γαλάνης 

Μπορείτε να ακούσετε την απαγγελία της Τζουλιάνας Μπούσι παρακάτω:


 

Comment with Facebook

Σχόλια

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις