Βιβλιογνώμη στις “Τέσσερις ενοχές” του κ.Χάρη Μελιτά. Γράφει ο Μοσχόπουλος Γεράσιμος


 

Πρώτα θα σχολιάσω τον τίτλο. Ως γνήσιος μεταμοντέρνος ποιητής ο κ. Χάρης Μελιτάς κάνει ένα λογοπαίγνιο με τις τέσσερις ενοχές με τις τέσσερις εποχές, υποννοώντας ότι οι ενοχές είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας. Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε 4 υποενότητες, όπως γράφει και ο ίδιος ο ποιητής στο βιβλίο του. Η πρώτη υποενότητα αναφέρεται στο εγώ, η δεύτερη στην κοινωνική ανισότητα, η τρίτη στο ερωτικό ανεκπλήρωτο και στην τελευταία αναμετριέται με την ποίηση πάντα με την σεμνότητα που τον διακατέχει.

   Θα συνεχίσω σχολιάζοντας την φράση που γράφει ο ποιητής μετά τις αφιερώσεις, πως δηλαδή ευνουχισμένος καταδίδει τους πόθους στις ενοχές του. Μια συμβολική δήλωση του ποιητή λες και για κάθε πόθο υπάρχει μια ενοχή και πλέον ως ευνούχος πια απέτυχε να τους εκπληρώσει. Εν συνεχεία, το βιβλίο έχει μια αναφορά στο πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι, που είναι ο ήρωας του ρεύματος του αισθητισμού και της ηδονής, αλλά και του ναρκισσισμού, αφού ήταν εγκλωβισμένος στην εικόνα των νιάτων του. Στον αντίποδα έρχεται το χαϊκού που ανοίγει την αυλαία αυτής της πρώτης ενότητας για τον εγωισμό, όπου τιτλοφορείται “Ανακαίνιση” και γράφει:

 

Θέλω ν’ αλλάξω

όλους τους καθρέφτες μου.

Έχουν γεράσει.

 

Παραδέχεται έμμεσα ο κ. Χάρης πως τα γηρατειά του χτήπησαν την πόρτα και ρίχνει την ευθύνη στους καθρέφτες. Έπειτα, ακολουθεί το ποίημα, “Άδεια μέρα”, όπου σε αυτό ο ήρωας του ποιήματος όσο έχει κάτι να κάνει, όλα είναι ρολόι, μα μόλις έχει ρεπό, η μέρα είναι άδεια. Στην “Μετωπική” κάνει έναν παραλληλισμό της ζωής με την οδήγηση. Όπως όταν πλέον πρέπει να παραδώσουμε το δίπλωμα οδήγησης, λόγω ηλικίας. Επιπλέον, όταν είμαστε νέοι, κάνουμε κόντρες, προσπεράσματα και το γκάζι πατημένο στο ανέφικτο. Το ποίημα τελειώνει ειρωνικά πως είναι αργά στο πεζικό να υπηρετήσει. Με λόγια αφαιρετικά και λιτά κατορθώνει να εκφράσει πλήρη νοήματα με αντιθέσεις. Παρακάτω δίνεται απόσπασμα του ποιήματος:

 

....

Και τώρα

που παγώνουν οι φωτιές

μου παίρνουν άδειες και κλειδιά

πριν με αδειάσουν σαν σακί

στο πεζοδρόμιο.

Νομίζω επιβάλλεται μια στραβοτιμονιά.

Πολύ αργά

στο πεζικό να υπηρετήσω.

 

Η ποίηση του κ. Μελιτά είναι βαθιά συμβολική και στον “Χρονοδιακόπτη” παρομοιάζει τις ελπίδες του μέλλοντος με μια δυστυχισμένη ή άραχλη όπως την ονομάζει ο ίδιος ρουλέτα που ελπίζεις να κερδίσεις. Στο επόμενο ποίημα, “Η πάλη των πράξεων” κάνει ένα σιωπηλό λογοπαίγνιο με την πάλη των τάξεων. Ο ίδιος ο ποιητής γράφει πως η πρόσθεση επισυνάπτει έτη στην καμπούρα του. Η αφαίρεση κατά τη διάρκεια της νύχτας ξεπληρώνει στίχους, αλλά ο τίτλος μένει ανεξόφλητος. Στον πολλαπλασιασμό ο εαυτός του επί τον παρτενέρ του προκύπτει ο εαυτός του στο τετράγωνο. Σε αυτό το σημείο αναφέρεται στον ναρκισσισμό του έρωτα, όπου ερωτευόμαστε την εικόνα μας. Τέλος στην διαίρεση αναφέρεται στην απληστία.

Σε αυτό το σημείο θα προχωρήσω στο ποίημα, “Ανατροπή”, όπου εκεί ο πατέρας μέσα στο ποίημα που βρίσκεται στην ηλικία των 70 ετών ζει τη ζωή του, αφού ξεχύνεται στους δρόμους, σε παραλίες, σε πλατείες, σε γιορτές σε αντίθεση με τον γιο του που βρίσκεται στην ηλικία των 30 ετών οραματίζεται εμβόλια με δόσεις. Είναι αγεφύρωτο το χάσμα μεταξύ πατέρα και γιου και κλείνει ειρωνικά και εύστοχα το ποίημα ο ποιητής με την φράση: “Πόσο ανάξια σ’ ανάθρεψα πατέρα”.

 

Στην δεύτερη υποενότητα, όπου γίνεται αναφορά στην ανοχή στις κοινωνικές ανισότητες, βίσκουμε το ποίημα, “Ατέρμων Κοχλίας”. Η συγκεκριμένη συναρμογή τείνει να εγκαταλειφθεί από τα επιβατικά αυτοκίνητα αφού στη θέση της έχει καθιερωθεί η κρεμαγιέρα. Η αναφορά σε κάτι που τείνει να εκλείψει πλέον μόνο τυχαία δεν είναι. Συσχετίζεται με την παλιότητα του ποιητή. Αξίζει να γράψω ένα απόσπασμα από το συγκεκριμένο ποίημα που βρίθει από συμβολισμούς:

 

Στα μαγαζιά που κλείνουν

υποκλίνομαι

στις άστεγες ελπίδες

που παγώνουν.

Στα φλύαρα συνθήματα της ήττας

στο ξέφρενο ξεπούλημα της μνήμης

στις σκοτεινές επιγραφές

στα ράθυμα ρολόγια.

 

Ο ποιητής αναφέρεται στα μαγαζιά που κλείσανε λόγω της κρίσης, στις ελπίδες των άστεγων που ματαιώνονται. Στα συνθήματα που εντέλει φέραν ήττα, μα και στο ξεπούλημα της μνήμης αφού επιστρέφοντας στις αναμνήσεις αναφερόμαστε με διαφορετικό τρόπο στο παρελθόν από ό,τι πραγματικά συνέβη. Όπως λέει ο λαός: όσα δεν τα φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια.

 

Ακόμη ένα πολύ δυνατό ποίημα είναι το “Το Δις εξαμαρτείν”, όπου ο ήρωας είναι ο Χριστός αγνώριστος με μια καπαρτίνα που κρατά μέσα σε αυτήν δυο μπλε μαχαίρια. Το μπλε συμβολίζει την βασιλεία του Θεού. Το τέλος του ποιήματος δυναμιτίζει όλο το ποίημα:

 

“Ο Πόντιος Πιλάτος απεβίωσε.

Χρειάζομαι καρφιά για τον σταυρό μου.”

 

Στην τρίτη υποενότητα όπου ο ποιητής γράφει για το ερωτικό ανεκπλήρωτο ξεκινά με ένα πολύ ωραίο χαϊκού με τον τίτλο: “Σινικό τείχος”:

 

 

Καμιά γυναίκα

δεν μ’ αντίκρισε γυμνό.

Φορούσα σώμα.

 

Θέλει να δείξει ο κ.Μελιτάς ότι είναι ανέφικτο να δούμε τον άλλο άνθρωπο μέσα βαθιά στην ψυχή του ακόμη και σε μια διαπροσωπική σχέση όπως είναι ο έρωτας. Προχωρώ στο ποίημα, “ Επ’ Αυτοφωρω”. Θα βάλω ένα απόσπασμα αφού έχει έναν αγαπημένο στίχο, όπου θα αναφερθώ παρακάτω:

 

Επέστρεψε στο σπίτι ξημερώματα.

“Τι χάλια απερίγραπτα”

με μάλωσε

“τα πιάτα πλέουν στα ρηχά

το πάτωμα βουλιάζει από την σκόνη”.

Δεν πρόλαβα να απολογηθώ

μιλούσε ακατάπαυστα, θαρρείς

δεν είχε χρόνια κουβεντιάσει με κανέναν.

....

 

Ο ποιητής αναφέρεται στο ότι η σύντροφός του τον πιάνει επ’ αυτοφώρω να έχει το σπίτι του αφημένο και παρατημένο, συμβολικό του εαυτού μας. Ο στίχος που μου κάνει μεγάλη εντύπωση: Μιλούσε ακατάπαυστα, θαρρείς δεν είχε χρόνια κουβεντιάσει με κανέναν! Τι ωραίος τρόπος να δηλώσεις πως έχεις τόση ανάγκη να μιλήσεις με έναν άνθρωπο!

 

Ακολουθεί ένα πολύ ωραίο έμμετρο ποίημα που είναι ιταλικού τύπου σονέτο και frame poetry, όπου μια φράση επαλαμβάνεται. Ο τίτλος είναι “Ημίφως”. Η λέξη που επαλαμβάνεται στην αρχή κάθε στίχου είναι το όσο. Οι ομοιοκαταληξίες έντεχνα διαλεγμένες, ομοίωμα-ικρίωμα, κελί σου - απειλής σου, διαλέκτους σου - προσπέκτους σου, ήχο στίχο. Παραθέτω τους τελευταίους έξι στίχους:

 

Όσο ουρλιάζω σαν σκυλί μέσα στο αίμα σου

Όσο ποντάρω παραισθήσεις σ’ ένα ψέμα σου

Όσο δαγκώνω τις πληγές σου και πονάω.

 

Όσο σκοντάφτω στις γωνίες της αγωνίας σου

Όσο γυαλίζω τα παπούτσια της ανίας σου

Όσο σε κλέβω απ’ το φως τόσο γερνάω.

 

Το τέλος καταδεικνύει μια αλήθεια: ότι στο τέλος γερνάμε. Τουλάχιστον οι τυχεροί.

 

Σε αυτό το σημείο θα περάσω στην τέταρτη υποενότητα της ποιητικής συλλογής, όπου τα ποιήματα είναι αυτοαναφορικά στην ποίηση. Η αυλαία ανοίγει με το χαϊκού, “Η Συνείδηση”:

 

 

 

Μόλις ξυπνάει

την ταϊζω με στίχους.

Ξανακοιμάται.

 

Ο ποιητής πρεσβέυει την άποψη πως η συνείδησή του πεινά για στίχους και μόλις την ικανοποιήσει, εκείνη πέφτει πάλι για ύπνο. Θα προσωρήσω στην ανάλυση του ποιήματος “Η έκτρωση”, όπου πρόκειται για την φίμωση και την ανελευθερία του λόγου και του τύπου, αφού στο τέλος ο ποιητής φανερώνει τον συμβολισμό της κυοφορίας ενός πλάσματος εκτός νόμου. Ο επίλογος του ποιήματος είναι ο εξής:

 

...

Εν πάση περιπτώσει το προλάβαμε

για σκέψου, θα γεννούσες ένα ποίημα.”

 

Στο ποίημα “Λέσχη Απόγνωσης” πως η ποίηση είναι λίγη μπροστά στα γεγονότα τραγωδίας, όπως ένας σεισμός ή ένα σκαρί χυμένο στη Μεσόγειο ή μια έκρηξη στο κέντρο της Βαγδάτης. Αξίζει να αναφερθεί το ζερό, όπου αναφέρεται ο ποιητής. Θα μεταφέρω ένα απόσπασμα από το ποίημα:

 

Τζάμπα ποντάρω

Στα μολύβια μου απόψε.

Οι γομολάστιχες

στοιχειώνουν στο ζερό

εδώ καφές

εκεί καπνός

πού κρύφτηκαν οι λέξεις;

Τα φύλλα ξενυχτάνε ανοιχτά

ένας κουρπιέρης αόρατος

με ξαφρίζει.

....

 

Το ζερό όπου αναφέρεται ο ποιητής δεν είναι φυσικά απλώς το μηδέν στη ρουλέτα αλλά το απόλυτα τίποτα, αφού δεν μπορεί να γράψει τίποτα ο ποιητής. Το σημείο της απόλυτης απόγνωσης. Συνεχίζοντας την ανάλυση, στο “Μισό ευρώ” παραδέχεται ο ποιητής πως τα ποιήματα κοστίζουν λίγο αλλά κανείς δεν τα αγοράζει επειδή πονάει το κεντρί της αλήθειας τους. Στο αμέσως επόμενο ποίημα, το “Τζακ Ποτ” παρομοιάζει τον ποιητή με τον λαχειοπώλη της ελπίδας, αφού όπως ο λαχειοπώλης υπόσχεται κέρδη και σε αφήνει με το τζακ ποτ, έτσι κι ο ποιητής τάζει εκδρομή στον Γολγοθά και σε αφήνει αγκαλιά με τον σταυρό. Τέλος στο κύκνειο άσμα ο ποιητης βγαίνει γυμνός στους δρόμους, αφού δεν φοβάται πια τον θάνατο, καθώς είχε πεθάνει εδώ κι ένα ποίημα.

 

Συμπερασματικά μιλώντας, ο κ. Χάρης Μελιτάς πέτυχε το στόχο του με αυτήν την ποιητική του συλλογή και σαν πόνταρε στο ζερό, πήρε τα κέρδη του πίσω σε πλούτο νοημάτων και λέξεων! Συγχαρητήρια κ. Χάρη και καλοτάξιδη η συλλογή σας!

 

 

 

Με πολλή εκτίμηση,

 

Γεράσιμος Μοσχόπουλος

Ποιητής, Απόφοιτος ΠΕ Πληροφορικής.

Comment with Facebook

Σχόλια